28 Φεβρουαρίου 2012

ημερολόγιο καταστρώματος


ο καουμπόυ του μεσημερίου
Το μάλλινο παντελόνι τσιμπούσε αφόρητα σε όποιο σημείο ακουμπούσε: γάμπες, μπούτια, μηρούς. Θυμάμαι τον αέρα που καθώς φούσκωνε τα μπατζάκια, ξεκολλούσε το ύφασμα από πάνω μου και ενώ με ανακούφιζε στην αρχή, με πάγωνε αφόρητα στη συνέχεια.  Και μετά το κίτρινο κορδόνι που έστεκε περασμένο «μία μέσα μία έξω» από τις τρύπες στο γείσο του καπέλου μου. Όταν αυτό έφαγε μια βροχή και έλειωσε – χάρτινο γαρ – το εν λόγω κορδόνι μπήκε προς επαναχρησιμοποίηση στην παιδική μου εργαλειοθήκη. 
Σε σπίτι οικογενειακών φίλων με μεγαλύτερα παιδιά που δε με έπαιζαν, ντυμένος καουμπόυς με μπουφάν, βολόδερνα μόνος στην πυλωτή της πολυκατοικίας τους. Τη μνήμη αυτή την έχω κι ας ήμουν μόνο τριών χρονών, όπως επιβεβαιώνεται από την ημερομηνία στο πίσω μέρος της φωτογραφίας που βρήκα στο εξοχικό.

47,8 χιλιόμετρα μακρύτερα της οικίας μου για το τριήμερο με έστειλαν σε μνήμες τριαντατόσων χρόνων πίσω. Τότε που έβλεπα γονείς, θείους και γείτονες να ξεχύνονται στους γύρω λόφους για  εκείνο που ανέκαθεν μου φαινόταν πως διεκδικούσε όσκαρ βαρετότερης ασχολίας - και μάλιστα με αξιώσεις -: το μάζεμα χόρτων. Που και που περιφερόμουν γύρω τους κι εγώ, τεντώνοντάς τους μάλλον τα νεύρα με την επαναλαμβανόμενη ερώτηση "Αυτό είναι χόρτο; Αυτό; Αυτό;" και το προτεταμένο μου χέρι που κρατούσετα ημιδιαλυμένα, λογής λογής φυτά.

Μιας και είτε δε μου έδινε κανείς σημασία, είτε ήμουν ανεπίδεκτος λόγω αδιαφορίας, ποτέ μου δεν έμαθα το ποια χόρτα τρώγονται, βρασμένα άλλωστε σε κατσαρόλες, τάπερ και πιάτα δεν γινόταν ευκολότερη η αναγνώριση και ταυτοποίησή τους. 

Έτσι με μόνη γνώση το ακτινωτό ξαπλωμένο αγριοπικροράδικο (του οποίου τη βρωσιμότητα  εγγυόμουν προσωπικά, αν και ο Ν είχε κι άλλες οδηγίες από το ιντερνέτ), το τριήμερο …μαζέψαμε χόρτα. Ναι, το αναφέρω με τον ενθουσιασμό της Λώρας από "Το μικρό σπίτι στο λιβάδι" για το μάζεμα αγριολούλουδων, ή για όποιον δεν έχει τούτη την προσλαμβάνουσα όπως  κάποιος θα έλεγε "πήγα Λονδίνο το τριήμερο" ή "μόλις γύρισα από ένα τρικούβερτο γλέντι". 

Το μάζεμα χόρτων rules. Είναι ξέγνοιαστο και το ‘χα ανάγκη, το ίδιο και το καθάρισμά τους. Βοηθάει την αυτοσυγκέντρωση. Συνιστώ βράσιμο 20 λεπτών, να κρατάνε που λένε, άπειρο λεμόνι, κάμποσο αλάτι και καλή όρεξη. Το δε νερό από το βράσιμο, μοιραστείτε το όσο είναι ζεστό. Για την ιστορία, το ρόλο του ερωτητή «Αυτό είναι χόρτο; Αυτό; Αυτό;» είχε -  η ιστορία επαναλαμβάνεται - ο ανηψιός μου.


 
Εντωμεταξύ μια βόλτα στην παραλία, εξελίχθηκε σε μπάνιο.  Όσον αφορά την αφεντιά μου, εξελίχθηκε μόνο σε μια απολαυστική εμβάπτιση. Με τη σάρκα να πονάει από το κρύο πραγμάτωσα τη συντομότερη βουτιά και μετά άφησα τον Σαββατιάτικο ήλιο να βγάζει τις παγωμένες καρφίτσες από το γυμνό μου σώμα. 
 
Στα συν η εικόνα της παραλίας και των πέριξ χώρων αυτής. Πεντακάθαρη. Μετά τους αγώνες που κάναμε τα τελευταία καλοκαίρια (1, 2, 3), φαίνεται πως έγινε συνήθειο το μάζεμα των σκουπιδιών – δικών μας ή ξένων – από πολλούς.  


 «Πατρίδα που πάντα θα επιστρέφουμε οι παιδικές μας αναμνήσεις» σχολίασε ο άσωτος γιος τις προάλλες στην ανάρτηση "ντυμένος" κι ενώ στην αρχή δεν του ‘δωσα την πρέπουσα σημασία, σήμερα ομολογώ πως του δίνω δίκιο. Τα πιτσιρίκια που κάποτε ήμασταν ζουν κάπου βαθειά στο κεφάλι μας, σπανίως δε αναδύονται

Κι έτσι δε μπορώ παρά να γελάσω αναλογιζόμενος την άμπζ (absentminded) βασίλισσα της νύχτας μέσα από τη διήγησή της:
Μπουφάν και από κάτω στολή η "βασίλισσα της νύχτας", γαλάζιο μακρύ τερατοφόρεμα με κάτι σαν σύρμα στο τελείωμα, για να το κρατάει φουσκωτό, που όμως γύριζε συνεχώς προς τα πάνω. Και το λαστιχάκι από το χωνοειδές καπέλο να μπερδεύεται στα μαλλιά μου και να με πονάει!!

Ή τη φίλη Λ (και βέβαια θέλω φωτογραφικό υλικό) πότε τσιγγάνα πότε αντίπαλο της αμπζ:
Τσιγγάνα: φούστα κλαρωτή (εμπριμέ της μαμάς που μου ερχόταν μέχρι τον αστράγαλο) και γαρύφαλλο στ' αυτί (καμέλια γιατί αυτό είχαμε στην αυλή). Σάλι της γειτόνισσας, κόκκινο κραγιόν και μαύρη ελιά για τσαχπινιά και πλαστικό ντέφι από το περίπτερο. Τη στολή αυτή τη φορούσα εναλλάξ με την επίσης αυτοσχέδια "βασίλισσα της νύχτας" : μπλε ζιβάγκο, μπλε καλσόν, αυτοσχέδια φούστα από τούλι και αυτοσχέδιο χωνοειδές καπέλο με κολλημένα πάνω του αστέρια και φεγγάρι. 

 υγ.

Αγορασμένο σε χιλιοσκρατσαρισμένο βινύλιο το The Unpredictable Jimmy Smith του 1962, έπαιζε μια χαρά στο παλιό πικάπ με τη σαν τρακτέρ κεφαλή.  Τρεις μέρες το ακούσαμε σίγουρα πάνω από 20 φορές. Προτεινόμενο.





3 σχόλια:

  1. Το χιούμορ σου, που σε βρίσκει σε ανύποπτες στιγμές! Πίνω καφέ και παραλίγο να μου φύγει από το στόμα, φτάνοντας στο σημείο που γράφεις "με τον ενθουσιασμό της Λώρας από "Το μικρό σπίτι στο λιβάδι"". Και ακόμα δεν είχα φτάσει στη βασίλισσα.

    Αγαπημένα πρόσωπα, μάζεμα χόρτων, μπανάκι.. Πολύ όμορφα!

    Αχ, σε ευχαριστώ για το νοσταλγικό φλας μπακ!

    ΥΓ: Είχες πιστολάκι που έπαιρνε κάτι καψούλες (έτσι τις λέγαμε εμείς) και, αν σε έβρισκαν τα σκάγια τους από κοντινή απόσταση και στο δέρμα, πονούσαν; Εγώ είχα! χεχε

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εννοείται πως είχα τέτοιο πιστόλι. Αν μάλιστα σκαλίσω κάτι κούτες στο πατάρι των γονιών μου θα βρω ακόμα τα καψούλια τα κόκκινα.

      Τα ανήψια είχαν κάτι πιστόλια που πετάνε σφαίρες από σφουγγάρι. Τι κάνεις εκεί ρε θείε μου είπε ο μεγάλος όταν με είδε να δοκιμάζω αν πονάνε πυροβολώντας τον κρόταφο μου.

      Διαγραφή
    2. Ναι-ναι, καψούλια! Λάθεψα. Ποπο! Λεμ! Σχεδόν τα μυρίζω!

      Διαγραφή

Related Posts with Thumbnails