30 Νοεμβρίου 2012

της παρασκευής



Κάπου 45 τραγούδια είχα επιλέξει για τη σημερινή εκπομπή και μάλιστα θα προλάβαιναν να ακουστούν όλα, καθότι το 95% αυτών μικρότερα των 2,5 λεπτών. Με το ένα player του σταθμού όμως άρρωστο,  να βγάζει μονοφωνικό το σήμα, αναγκάστηκα να βγάλω την εκπομπή μόνο με το υγειές δίδυμο αδελφάκι του και φυσικά να κάνω κάμποσες εκτροπές από την αρχική ιδέα προκειμένου να βγει το δίωρο χωρίς διακοπές, με τις σωστές (στο μυαλό μου) όμως αλλαγές.

Απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η μεταμόρφωσή μου σε άνθρωπο χταπόδι για να τα προλαβαίνω, πράγμα που επιτεύχθηκε – ο καφές μου τέλειωσε σε είκοσι λεπτά - με μία μόνο  συνέπεια. Ο λόγος μου, τόσο στην εκφορά όσο και σε ότι λέω, βγαίνει σα να με έχουν χτυπήσει 3 απανωτά εγκεφαλικά.
Παρόλα αυτά το ευχαριστήθηκα και ελπίζω  να συνέβη το ίδιο σε όσους άκουσαν ζωντανά ή σε όσους ακόμα ακούσουν την εκπομπή ηχογραφημένη κατεβάζοντας το podcast αυτής με το πάτημα του ακόλουθου κουμπιού

click pic to download
  ή για απευθείας ακρόαση από εδώ:


  Το playlist όπως πάντα στο δικό μου πρώτο σχόλιο.

υγ. Το υπέροχο ανθρωπάκι της φωτογραφίας είμαι εγώ όπως με βλέπει η μικρή μου Ιρένα, μπροστά από το αόρατο μαγαζί παπουτσιών όπως το βλέπει μόνο η μικρή μου Ιρένα, το βαφτιστήρι μου που φέτος θυμήθηκα άνευ βοήθειας τα γενέθλιά της. Έκλεισε τα  (?)   4.


Καλή ακρόαση σε όσους ακούσουν και καλό Σαββατοκύριακο σε όλους.

29 Νοεμβρίου 2012

στην αναμονή




Ιπποκράτειο 2012, το μηχάνημα μου έφτυσε το χαρτάκι προτεραιότητας με το νο 21, στα ιατρεία εξετάζονταν το νο2. Δυο ώρες αργότερα εξετάζεται το Νο 5. Απελπισία

Δίπλα μας ένας γιγάντιος άντρας με τιράντες, παρέα με τη σύζυγό του και τον κολλητό του - τον πιο μικρόσωμο μαύρο που έχω δει ποτέ, βαριά 1.50 με το καπέλο που δεν το ‘βγαλε στιγμή -  είναι η μόνη όαση στην αφόρητη μα δικαιολογημένη μίρλα των κοντά εκατόν πενήντα ανθρώπων που συνωστίζονται περιμένοντας. Λένε αστεία, γελάνε, και οι τρεις τους, γελάμε κι εμείς που τους ακούμε, νευρικά γέλια, κολλητικά.

Ο κόσμος ξεσηκώνεται, καλά εκεί γράφει «Μέσος χρόνος αναμονής 680 λεπτά» λένε, μα εμείς περιμένουμε ήδη τρεις ώρες, μας κοροιδεύουν; Θα ‘θελα να τους εξηγήσω πως η αναμονή προβλέπεται βαρύτερη απ’ ότι φαντάζονται, κωλώνω όμως, που να τους μαθαίνεις τέτοια ώρα τις μονάδες χρόνου, τις υποδιαιρέσεις του και προπάντων τη διαίρεση.

Κάποιοι φεύγουν, καλύτερα να πεθάνουμε σπίτια μας λένε, παρά στην ουρά. 
 
Ο κύριος Ευτύχιος (του Τιμολέοντα παρακαλώ, έλεγε και ξανάλεγε) λίγο παρακάτω στα ενενηνταφεύγα έχει έρθει μόνος του στο νοσοκομείο φορώντας μόνο την πυτζάμα του, δεν αισθανόταν καλά στο σπίτι, ήρθε άρον άρον και δεν έφερε ούτε το βιβλιάριό του. Ανθρακωρύχος Χαλκίδας αυτός, ευγενέστατος μα ηχηρός, άμα πέσω να με δει κανάς άνθρωπος είπε στον σεκιουριτά που του έκλεισε θυμωμένος την ανοιχτή πόρτα την πόρτα της τουαλέτας.  «Περαστικά κυρ Ευτύχη τον χαιρέτησα όταν έφευγε για τον πέμπτο ξαπλωμένος σε φορείο.

Όχι περισσότερο από πεντέμιση ώρες αργότερα ήρθε η σειρά μας.  Θα κάνουμε εισαγωγή. Πήρα βιβλιάρια, τσάντες, εισητήρια, και πάτησα δύσθυμος τα κουμπιά του ασανσέρ. Φωνές από τα ιατρεία.  Πανικός. Ο τεράστιος γελαστός άντρας μόλις έπαθε έμφραγμα την ώρα της εξέτασης. Περαστικά σε όλους. 





#
Εκτός απροόπτου αύριο Παρασκευή 30/11, στις 10:00 το πρωί θα βρίσκομαι στο στούντιο του indieground για 2 ώρες. Όποιος/α επιθυμεί να ξεσκάσει παρέα με τα τραγούδια που έχω διαλέξει, μπορεί να συντονίσει τις οπτικές του ίνες στο δίκτυο του indieground online radio,  πατώντας εδώ:





26 Νοεμβρίου 2012

στο δεξί συρτάρι


Ένα πακέτο φιλτράκια Swan extra slim με ενεργό άνθρακα, έξι πακέτα τσιγαρόχαρτα, τα δύο Rizzla ασημί με λεπτότατο χαρτί τα τέσσερα Drum που πλέον δεν τα χρησιμοποιώ αλλά συνήθως τα ξεχνά σπίτι μου φίλος καπνιστής και τα κρατώ για καβάτζα, μία ξύλινη σφυρίχτρα – βασιλιάς, με κορδόνι, στολίδι (καταναλωμένων κουφέτων) μπομπονιέρας από βάφτιση, μωρού φίλων, δε θυμάμαι ποιου, πιθανολογώ όμως αγοριού γιατί είναι μπλε χρώματος, μία καρτ ποστάλ από τη Βρετανική Κολομβία του Καναδά που απεικονίζει 2 ινδιάνικα πολύχρωμα τοτέμ – το ένα σε γκρο πλαν, το άλλο πιο πίσω – με φόντο τις πυκνές φυλλωσιές ενός δάσους, την έστειλε ο Ν από το εκεί ταξίδι του 7 μήνες πριν και δεν έχει μπει ακόμα στο μεταλλικό κουτί της αλληλογραφίας, δύο συρραπτικά, το ένα inox Νο 126 και το άλλο κόκκινο Νο 64 – αυτό το έχω από μαθητής, νομίζω το είχε φέρει ο πατέρας μου από το γραφείο του -, δυο κουτιά ανταλλακτικά κλιπ μάρκας Norex, ένα επίπεδο πλαστικό αντικείμενο σε σχήμα @ με ενσωματωμένο μικροσκοπικό κοπίδι που γράφει πάνω του sepe και δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ, ένα παρατημένο σετ ακουστικά-ψείρες Phillips χρώματος μαύρου που με ενοχλούν στα αυτιά λόγω μεγέθους - των ακουστικών -, μια ληγμένη κάρτα απεριορίστων διαδρομών με ενσωματωμένο τον πρώτο  χάρτη του μετρό από τότε που αυτό αριθμούσε 8 μόνο σταθμούς καθώς και μια άδεια εισόδου σε όλα τα υπουργεία που έχει χάσει την ισχύ της εδώ και χρόνια, αναμνηστικό από την πρώην δουλειά, ένα πρωτόγονο ηλεκτρονικό παιχνίδι “Trojan Horse” δύο κουμπιών (ρίχνεις γέφυρα στους Τρώες να μπουν στην Τροία – κουμπί 1 - και πυροβολείς – κουμπί 2 - τους Έλληνες) του ‘80 για την αγορά του οποίου είχα συνεισφέρει χρήματα από τα κάλαντα, ένα μασούρι παλιών χαρτονομισμάτων σε δραχμές (1 δεκαχίλιαρο, 2 χιλιάρικα, 2 κατοστάρικα  -το ένα με τον Κοραή, το δεύτερο με τον Δημόκριτο -, 4 πενηντάρικα – 3 με τον Ποσειδώνα και 1 με την Αρεθούσα από τη μία και το πανέμορφο θέμα με τα ναυπηγεία από την άλλη - ) και ανάμεσά τους ένα γιουγκοσλάβικο χαρτονόμισμα των 100 δηναρίων, ένα καλογυαλισμένο κομμάτι αλυσίδας ποδηλάτου που κάποτε χρησιμοποιούσα ως μπεγλέρι, ένα κρητικό μαχαίρι  4 εκατοστών με εγχάρακτη (ηλίθια) μαντινάδα, σε θήκη, αγορασμένο το 1987 στις πρώτες μου επίσημες (γιατί σκαστός είχα ξαναπάει) – χωρίς οικογένεια - διακοπές, το μεταλλικό γιογιό που μου είχαν δωρίσει σε κάποια γενέθλια οι κουμπάροι μου (πριν γίνουν κουμπάροι μου) και μάλλον δεν έπιασε τόπο καθότι ανέκαθεν αζύγιαστο, ένα σελοτέιπ σε διάφανη πλαστική θήκη, μία κονκάρδα των Fiery Furnaces που είχα αγοράσει στη συναυλία του συγκροτήματος στο ΑΝ, 2 ρολά ανταλλακτικών σελοτέιπ στη συσκευασία τους, ένα USB card reader, μια μαυροασημί ταμπακέρα – μεταλλική κι αυτή – δώρο παλιών συναδέλφων, αυτή θα πεταχτεί ή μάλλον θα χαριστεί στο Καραβάνι Αλληλεγγύης,  1 ροδέλα view master  που της λείπουν τα μισά εικονίδια, τα υπόλοιπα είναι φωτογραφίες από διάφορα ευρωπαϊκά αξιοθέατα,  το swatch με το μπρασελέ στο χρώμα χαλκού που μου είχε χαρίσει ο θείος Α, είναι χρόνια που δε φοράω ρολόι, 2 κουτιά συνδετήρες Νο3 και Νο4, ένας τρίποδας τσέπης φωτογραφικής μηχανής, άλλο ένα δεκαχίλιαρο σε δραχμές κι αυτό, ένα συρταρωτό κουτί από χαρτόνι που φιλοξενεί τρεις σφραγίδες, μια με το ονοματεπώνυμό μου και δυο άλλες ότι να ‘ναι, 4 κόλλες, οι τρεις εκ των οποίων stick, αγαπημένη μου παρόλο που δεν κολλάει αυτή που είναι μάρκας “ Μπόλεκ και Λόλεκ”, δώρο φίλης από την Πολωνία, μια θήκη γυαλιών με το ανακατασκευασμένο (για περίπτωση ανάγκης) δεύτερο ζευγάρι γυαλιών που φόραγα παλιά, έναν τεράστιο μεγεθυντικό φακό που απέκτησα μικρός αφότου όμως είχε περάσει η μανία μου με τους μεγεθυντικούς φακούς, ένα κουτί κάρβουνα ζωγραφικής Pelican (64 δρασμές), 1 κουτί κηρομπογιές κι άλλο ένα με νερομπογιές, ένας μαγνητικός σελιδοδείκτης “lovely day for a GUINESS με τα μαυροπούλια – σήματα κατατεθέντα της εταιρίας – να κουβαλάνε 3 pints έκαστο στα πορτοκαλιά τους ράμφη,  Ιρλανδία 2003, ο αγαπημένος μου φακός στυλό χωρίς μπαταρίες, ένα vintage κομπιουτεράκι Sinus 70, άλλη μια μεταλλική ταμπακέρα που είναι ταυτόχρονα και  χειροκίνητη συσκευή που στρίβει ….αυτόματα τσιγάρα, 2 πακέτα post it, κίτρινο κλασσικό και πράσινο, 2 χάρακες, ένα μοιρογνωμόνιο, δυο τρίγωνα, ένα φλουρί βασιλόπιτας 1999, δύο γυάλινα μικρά δοχεία, το ένα γεμάτο καρφίτσες το άλλο βίδες, ένα αποσυρραπτικό, ένα δερμάτινο αχρησιμοποίητο πορτοφόλι αποκλειστικά για κέρματα – δώρο κι αυτό - , μια κάρτα ΑΒplus, ένα ψαλίδι, το καλό μου Seiko ρολόι χειρός, το φόραγε η γιαγιά μου όταν σκοτώθηκε, κι άλλα τσιγαρόχαρτα (4 πακέτα) με γεύση σοκολάτας, τσίχλας και πορτοκάλι, 2 στρατιωτικά σιρίτια και 2 λοχιόσημα με σκρατς αγορασμένα όλα στο Μοναστηράκι, μια ασημένια πεταλούδα, ένα κουτί πεχαμετρικά χαρτιά Merck, ένα μπρελόκ με μια μεταλλική μικρή ράβδο λίγο παχύτερη από σπίρτο, η οποία κρύβει στα σπλάχνα της τρία κατσαβίδια, ένα ηλεκτρονικό θερμόμετρο/βαρόμετρο με καλώδια, στη συσκευασία του, ένα πλαστικό μπεζ μονόκυαλο, ένα ποτήρι ζέσεως των 20 ml, sneezy υγρα μαντηλια για το κρυολόγημα,  έναν  μετατροπέα δραχμών σε ευρώ, μια κάρτα μνήμης φωτογραφικής μηχανής 32 mb, ένα κουτί ασπιρίνες Bayer, έναν κάλυκα από σφαίρα, ένα γεμάτο καθαριστικό σπρέι για τα κρύσταλλα των γυαλιών, ένα κόκκινο πλαστικό πράγμα με ένα κουμπί που το πατάς και σου βγάζει τυχαία Ναι, Όχι, Μπορεί, για να παίρνεις τόσο απαντήσεις σε δύσκολα ερωτήματα όσο και κάποιες από τις αποφάσεις σου, ένα ξυλόγλυπτο ψάρι – ξύλο πεύκου - με μάτια αλουμινίου που είχα φτιάξει φυλώντας σκοπιά με την ξιφολόγχη μου, μια κασσέτα BASF που πάνω της αναγράφεται με ξένο του δικού μου γραφικού χαρακτήρα: "διάφορα", 1 κουτί προφυλακτικά DUO,  δυο τομίδια - αγγλοελληνικό και ελληνοαγγλικό - του λεξικού Αστήρ, έκδοση 1962, που αν κρίνω από την ημερομηνία θα πρέπει να ήταν της δεκαεννιάχρονης τότε μητέρας μου που μάθαινε αγγλικά, μια μαύρη μινιατούρα αναπτήρα zippo με ένα χασισόφυλλο ζωγραφισμένο στη μία όψη, τα γυαλιά ηλίου μου, ένα χάρτινο πακετάκι με βελόνες γραμμοφώνου LION, 4-5 βύσματα και αντάπτορες που όποτε τα ψάχνω απλά δε τα βρίσκω, ένα κυλινδρικό πράσινο πλαστικό κουμπί που εάν το πιέσεις κάνει τον ήχο ενός τριζονιού και έχει μείνει πρόσφατα από μπαταρία μετά από δεκαετίες χρήσης, ίσως το καλύτερο άχρηστο δώρο που έχω πάρει ποτέ, άλλη μια σφυρίχτρα μεταλλική αυτή από εκείνες που μοίραζε η μάνα μου σε όλους μετά το σεισμό του 99, ένα σουβερ σε σχήμα δίσκου βινυλίου από το Παρίσι, The Coasters γράφει πάνω, δυο στικάκια USB, το ένα για ασύρματη blue tooth σύνδεση, το άλλο απλό αποθηκευτικό των 360Mb, 3 διάτρητες πλαστικές επιφάνειες με την αγγλική γραμματοσειρά για σχέδιο, μια χάντρα μπλε για το κακό μάτι, ένα μπλοκ με σημειώσεις στο πόδι από ταξίδι στο Λονδίνο, αγορασμένο πριν την αναχώρηση απ’ το Ελ Βελ, συνήθιζα να έχω πάντα μαζί μου μπλοκάκια και στυλο να σημειώνω ότι μου κατέβει στο μυαλό - τώρα απλά πατάω record σε μια εφαρμογή του καινούριου μου κινητού, 2 πακετάκια πλαστελίνης Blue Tack, ένας στρογγυλός μαγνήτης, ένα συνδετικό κλιπ για επιδέσμους, το τρίπτυχο πτυσσόμενο σύνεργο  για καθάρισμα τσιμπουκιού, 2 ραπιντογράφοι Rotting, ένα πτυσσόμενο φορητό πορτατίφ μπαταρίας για διάβασμα στο κρεβάτι με ενσωματωμένη μέγγενη/σελιδοδείκτη/βιβλιοστάτη , ένα ταμπόν σφραγίδων, μελάνι σε πλαστική φιάλη των 30ml, μερικά ορθογώνια παραλληλεπίπεδα  μεταλλικά κουτάκια/κρύπτες που χρήζουν εξερεύνησης, το ένα από τα δύο cd αιθιοπικής μουσικής  καθώς και άπειρα νανοσωματίδια γκρίζας – απορώ πως τρύπωσαν εκεί μέσα - σκόνης.

25 Νοεμβρίου 2012

μοναχός το σαββατόβραδο




Παρασκευή βράδυ δέχτηκα το τηλεφώνημα: Θέλεις να πας αύριο στους Bevis Frond του κ. Nick Saloman; Κάτι που οι δικοί μου άνθρωποι (sic) έλειπαν για ΠΣΚΔΤΤ…., κάτι που δεν είχα κανονίσει τίποτα για το Σάββατο, δέχτηκα.

Πρότεινα σε κάνα δύο φίλους να με συνοδέψουν, λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων αμφότεροι αρνήθηκαν, σκέφτηκα έπειτα κάνα δυο ακόμη όμως δεν τους το πρότεινα καν, φαντάστηκα από πριν την απάντηση κι έτσι το πήρα απόφαση να ξεκινήσω μόνος. Κανένα πρόβλημα, τα πάω περίφημα μαζί μου τελευταία, κι έτσι το κουσούρι του να μην αντέχω το τρίπτυχο νύχτα-μόνος-έξω δε με πτόησε μία. Αντιθέτως. Απόδειξη πως δεν κάπνισα κιόλας όσα – δηλαδή πολλά - τσιγάρα αμηχανίας περίμενα να καπνίσω.

Φτάνοντας στο 6 D.O.G.S. είπα το όνομα μου,” Ω! ο λεμονοστίφτης” αναφώνησαν και με άφησαν να περάσω. Όχι πολύ αργότερα άρχισαν να παίζουν οι δικοί μας The Liarbirds, πολύ καλοί, είχα ακούσει μόνο κάνα δυο κομμάτια τους (άκου εδώ το Estuary In Me), διασκέδασα αλλά δεν έβγαλα κάμερα ή φωτογραφική να σας δείξω στιγμιότυπα, τους δίνει credits o άγγλος (αν κατάλαβα καλά) τραγουδιστής τους, σε μάλλον αναβιωτικούς mod – άλλοτε με την ευρεία έννοια κι άλλοτε όχι - ρυθμούς. Έκπληξη ο μπασίστας τους, παλιός γνωστός, κινούμασταν (και κινούμαστε απ’ ότι φάνηκε αργότερα που μιλήσαμε) σε εφαπτόμενους κύκλους παρεών από εικοσαετίας, τότε θυμάμαι έπαιζε στους Pillow.

Κι εκεί που με καμάρωνα για την παρθενική μου «μοναχική» νυχτερινή έξοδο – οι Τετάρτες στο μπαράκι που μαζεύονται οι παραγωγοί του σταθμού και κατεβαίνω καμιά φορά μόνος, δε μετράνε γιατί ξέρω πως εκεί θα βρω παρέα – άρχισε μια απίθανη σκυταλοδρομία συνάντησης γνωστών, ημιγνωστών και φίλων.

Είδα περιφερόμενο κάμποσες φορές ένα φίλο που στα νιάτα του (μας),  έμοιαζε εμφανισιακά του Cave και ψυχολογικά του Waits, τώρα και στα δύο είναι φτυστός ο  Waits – ο Tom φυσικά – είχαμε να ειδωθούμε χρόνια, μα δεν είπαμε πολλά, πόσα να πεις με τον  πάντα φευγάτο Tom.

Στη συνέχεια κάποιος τύπος κάπως μεγαλύτερός μου υποστήριξε μεγαλόφωνα στο αυτί μου πως με ήξερε φατσικά, πιθανότατα υπέθετε από  παλαιότερα live στο Λυκαβηττό, εγώ πάντως δεν τον θυμόμουν, δεν τον αμφισβήτησα όμως,  κι έτσι κουβεντιάσαμε λίγο για αγαπημένες συναυλίες του παρελθόντος.

Από το παρελθόν πάλι φάτσα κάρτα μπροστά μου η Ι, είχα να τη δω από τη συναυλία των ()  προ πενταετίας και βάλε. Στην Ι άρεσα πολύ κάποτε, θυμάμαι τη νύχτα που μου “εξέφρασε τα συναισθήματά της” (sic) για μένα κάπου στην πλατεία Μαβίλη, ουδέν μεμπτόν θα μου πεις πριν σου πω ότι αυτό έγινε ενώ τα είχε με τον αδελφό ενός καλού φίλου, ο οποίος αδελφός από τότε δε μου ξαναμίλησε ποτέ, ή μπορεί και να μου ‘πε κάνα γεια στραβώνοντας τη μούρη μια φορά που είχαμε συναντηθεί κατά τύχη, λες και ήμουν εγώ η αιτία που χώρισαν την επόμενη κιόλας μέρα. Με την Κ. ήπιαμε μια μπύρα, είπαμε δυο τρία νέα και τέσσερις πέντε αμπελοφιλοσοφίες.

Εντωμεταξύ δίπλα μου χόρευαν το χορό του εκκρεμούς 2-3 μοντάδες, φίλοι φίλου, είχαν χορέψει κάποτε τις μουσικές μου σε ένα πάρτυ, με θυμόνταν, με χαιρέτησαν, αντιγύρισα γνέφοντας την καλησπέρα μου.

Μετά βρήκα τον Γ. Καλό παιδί από τους λίγους «παίχτες» της αγοράς Κυριακάτικων δίσκων στο Μοναστηράκι με τον οποίο τρέφουμε αμοιβαία – νομίζω – εκτίμηση κι ο οποίος ακόμα μνημονεύει την παλιά Rough Trade τσάντα μου που ήταν και η αιτία να μου πρωτομιλήσει προ δεκαετίας. Αφού τον έκραξα λίγο που τελευταία συγχρωτίζεται τα φοβιστικά κοράκια δίσκων του παζαριού (δισκάδες και εμπόρους), τα ‘παμε για λίγο, στα φωναχτά και κόντρα στην ένταση του ήχου, δεν τον ακολούθησα στις πρώτες σειρές που χώθηκε για να βλέπει καλύτερα.  Χαιρέτησα όμως έναν παλιό συμφαντάρο μου.

Έπειτα ξαναμιλήσαμε λίγο με τον Σ, τον φανατικότερο ακροατή του indieground, τον είχα πρωτοδεί κατά την είσοδό μου στο χώρο και από εκείνη τη δεύτερη μας συνάντηση και μετά του χρωστάω μια μπύρα αντικέρασμα.

Οι Bevis Frond έπαιξαν καλά, είπαν όσοι τους είχαν ξαναδεί και όσοι τους λατρεύουν και δεν είναι λίγοι αυτοί. Προσωπικά τους περίμενα περισσότερο ψυχεδελικούς και λιγότερο γήινους και «κλάσσικ ροκ», δε μετάνιωσα όμως επ’ ουδενί για τη βραδιά κι ας επιβεβαιώθηκε απόλυτα ο Noise που με προειδοποιούσε πως τα σόλα τους είθισται να είναι (χρονικά) τεράστια.  Ελλιπέστατη η κριτική – το ξέρω - για αυτή την συναυλιακή μου ανταπόκριση, αλλά εγώ έτσι τα έζησα τα πράγματα.

υγ. Στο τέλος έφαγα και βρώμικο (καλά, σουβλάκι ήταν) περπατώντας από το μετρό μέχρι το σπίτι. 


23 Νοεμβρίου 2012

τέτοιες μέρες ήταν



Πριν λίγες μέρες, παραμονές του πολυτεχνείου, κάποιος αναγνώστης του μπλογκ πιτσιρίκος του έστειλε μια σειρά φωτογραφιών από τον πρώτο εορτασμό του γεγονότος το 1974. Τις φωτογραφίες είχε τραβήξει τότε ο πατέρας του αναγνώστη, ο Λευτέρης, «κρίμα είναι να αραχνιάζουν μόνες σε ένα συρτάρι» πρέπει να σκέφτηκε καθώς έστελνε σε κοινή θέα τις ψηφιοποιημένες αντανακλάσεις των πρωτοτύπων.

Κάτι λεπτά και ένα κλικ αργότερα καθισμένος στο γραφείο μου κοιτούσα έκπληκτος τις φωτογραφίες. Στην πρώτη κιόλας της σειράς, φάτσα κάρτα, με το κλασσικό του καφέ σακάκι και το μπλε πουλόβερ από μέσα φιγούραρε ένας γνωστός και πολύ αγαπημένος μου άνθρωπος, που έφυγε τέτοιες μέρες μέσα από τα χέρια μου σχεδόν, πάνε κιόλας τέσσερα χρόνια τώρα. Ο θείος Α.


#

Όμορφα κι ήσυχα κύλησε η σημερινή εκπομπή με καλή - ευχαριστώ παιδιά - παρέα, μια δυο ας τις πούμε εκπληξούλες και κάμποσες αναμνήσεις από τους παλιούς μας ήρωες. Όποιος θέλει μπορεί να κατεβάσει το podcast της εκπομπής με ένα πατημα του εικονιδίου που ακολουθεί

click pic to download


ή να την ακούσει απευθείας από εδώ:


Το playlist όπως πάντα στο δικό μου πρώτο σχόλιο. 

 ------------UPDATE------------
Και ένα  "εκ παραδρομής" λάθος: Η καναδή Beverly Copeland το δεύτερο δίσκο της τον έβγαλε ως Beverly Glenn Copeland και όχι ως Beverly Stewart Copeland που προλόγισα από αφηρημάδα ή κεκτημένη ταχύτητα... Ο Stewart Copeland ήταν ο ντράμμερ των Police. Μάι απόλοτζις φορ μισινφορματινγκ γιου.



Καλή ακρόαση σε όσους ακούσουν και καλό Σαββατοκύριακο σε όλους.



Related Posts with Thumbnails